Αντιμέτωπη με τη
μεγαλύτερη, ίσως, πρόκληση της μέχρι σήμερα θητείας της βρίσκεται η πολιτική
ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς καλείται να λάβει
αποφάσεις για μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ, τη στιγμή που τα
«χτυπήματα» στο οικογενειακό εισόδημα διαδέχονται το ένα το άλλο.
Οι αυξήσεις
πρέπει μέχρι τον Ιούλιο του 2013 να φτάσουν το 23% για να καλυφθεί το κόστος
παραγωγής ρεύματος. Ειδικά για τους "μικρούς" οικογενειακούς
καταναλωτές οι αυξήσεις πρέπει να φτάσουν στο 28%.
Η αύξηση των
τιμολογίων αποτελούσε από το δεύτερο ακόμα μνημόνιο ρητή υποχρέωση, με
συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, καθώς θα πρέπει μέχρι τον Ιούλιο του 2013 όλες
οι κατηγορίες τιμολογίων να αντανακλούν το πραγματικό κόστος παραγωγής ρεύματος
και να μην υπάρχουν «σταυροειδείς επιδοτήσεις». Αυτό αφορά την πλειονότητα των
οικιακών καταναλωτών, από τις πολύ χαμηλές καταναλώσεις μέχρι και τις 2.000 KWh
το μήνα.
Επιπλέον, κάθε
καθυστέρηση, ρίχνει τη ΔΕΗ ακόμα πιο βαθιά στην παραγωγή ζημιών, τη στιγμή
μάλιστα που η επιχείρηση οφείλει να «καλλωπιστεί» ενόψει της αποκρατικοποίησής
της.
Ωστόσο το ύψος
της επιβάρυνσης, ειδικά για τα οικιακά τιμολόγια, θα είναι πλέον πολύ μεγάλο,
καθώς, πέραν του ότι υπάρχουν «υπόλοιπα» από την αύξηση του κόστους παραγωγής
το 2012 που δεν έχουν ενσωματωθεί στους λογαριασμούς, έρχεται από τον Ιανουάριο
του 2013 μια νέα παράμετρος να κάνει δυσκολότερα τα πράγματα. Πρόκειται για το
κόστος αγοράς δικαιωμάτων «ρύπων», καθώς σταματά η δωρεάν διανομή τους για τις
ηλεκτροπαραγωγικές εταιρείες.
Το
μνημόνιο
Σύμφωνα με όσα
αναφέρονται στο «νέο μνημόνιο» που συμφώνησε η κυβέρνηση με την τρόικα για να
προχωρήσει η εκταμίευση της δόσης των 31,5 δις. ευρώ, η κυβέρνηση καλείται
μέχρι το Δεκέμβριο του 2012
να εκδώσει υπουργική απόφαση για την "προσαρμογή" στο κόστος
παραγωγής των τιμολογίων χαμηλής τάσης (οικιακοί καταναλωτές, μικροί
επαγγελματίες), που θα ισχύσει από τον Ιανουάριο
του 2013. Δεύτερη υπουργική απόφαση θα πρέπει να εκδοθεί ως το τέλος Μαρτίου 2013, με επιπλέον
τροποποιήσεις στα οικιακά τιμολόγια, και προσαρμογή τους με το κόστος
παραγωγής, αυξήσεις που θα τεθούν σε ισχύ το Μάιο του 2013. Σε κάθε περίπτωση, τα τιμολόγια θα πρέπει
να έχουν απελευθερωθεί εντελώς για όλους, πλην των ευπαθών κοινωνικών ομάδων
(εκείνων που πληρώνουν με το «κοινωνικό τιμολόγιο»), μέσα στο δεύτερο 3μηνο του 2013.
Κόστος
παραγωγής
Τίθεται λοιπόν το
ερώτημα ποιο είναι το κόστος παραγωγής με βάση το οποίο θα πρέπει να
υπολογιστεί η αύξηση των τιμολογίων. Πριν το καλοκαίρι η ΡΑΕ είχε ζητήσει από
τη ΔΕΗ να της υποβάλλει στοιχεία για τη διαμόρφωση του κόστους της, για να
ελέγξει αν αυτό συμβαδίζει με τον προϋπολογισμό που είχε υποβάλλει η ίδια η
επιχείρηση. Mε βάση τα κοστολογικά στοιχεία που κατέθεσε τον Ιούνιο η ΔΕΗ,
προέκυπτε αύξηση τιμολογίων της τάξης του 29,8% για το λεγόμενο «ανταγωνιστικό»
κομμάτι του λογαριασμού που αφορά μόνον το κόστος του ρεύματος και όχι τα τέλη
δικτύου, Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας, τέλος ΑΠΕ, φόρους κ.λπ. Mε δεδομένο ότι το
«ανταγωνιστικό» μέρος του λογαριασμού αφορά περίπου το μισό του τελικού ποσού
που πληρώνει ο καταναλωτής, η αύξηση κατά 29,8% που προκύπτει από τα
κοστολογικά στοιχεία, σημαίνει για τον καταναλωτή αύξηση περίπου 15% στο
λογαριασμό του ρεύματος. Ειδικά για τις μικρές οικιακές καταναλώσεις η αύξηση
που απαιτείται είναι περίπου 20%.
Πρέπει να
σημειωθεί ότι μέσα στο 29,8% που «δίνει» η ΔΕΗ ως αύξηση κόστους, περιέχεται
και η αύξηση του κόστους παραγωγής του 2011 που δεν «μπήκε» για λόγους
κοινωνικούς στις αυξήσεις που έγιναν τον Ιανουάριο του 2012. Τότε η ΔΕΗ είχε
ζητήσει 15% αύξηση του «ανταγωνιστικού» τμήματος, αλλά πήρε μόνον 1,1%. Το
υπόλοιπο της αύξησης 9,2% που δόθηκε τότε, αφορούσε αυξήσεις στις Υπηρεσίες
Kοινής Ωφέλειας (3,5%) και σε φόρους (2,6% EΦK στο φυσικό αέριο, 0,9 σε
μεταβολή του τέλους λιγνίτη και 1,1 % ΦΠA).
Το γεγονός ότι
δεν μπήκαν τότε οι αυξήσεις, είχε τα γνωστά αποτελέσματα στην κερδοφορία της
επιχείρησης και στη ρευστότητά της: η ΔΕΗ γράφει σήμερα τεράστιες ζημιές και
έχει άδεια ταμεία, με συνέπεια να απειλείται με κατάρρευση, λόγω ταμειακής
ασφυξίας, όχι μόνον η ίδια, αλλά ολόκληρη η ενεργειακή αγορά.
Δικαιώματα
ρύπων
Και σαν να μην
έφταναν τα «παλιά», έρχονται και τα «καινούργια». Από την 1η
Ιανουαρίου η ΔΕΗ έχει να αντιμετωπίσει τη δραματική επιβάρυνση του κόστους
παραγωγής, λόγω της αλλαγής, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, του συστήματος διαχείρισης
των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (CO2). Με το νέο καθεστώς,
καταργείται η δωρεάν κατανομή «δικαιωμάτων» αερίων ρύπων CO2 στην
ηλεκτροπαραγωγή και συνεπώς οι ηλεκτρικές εταιρείες θα πρέπει να πληρώνουν στο
εθνικό «πράσινο ταμείο» ή στα διεθνή χρηματιστήρια, για όλα τα «δικαιώματα» που
αντιστοιχούν στην παραγωγή τους.
Υπολογίζεται ότι,
οι χρηματιστηριακές τιμές των «δικαιωμάτων» θα κινηθούν περίπου στα 10 ευρώ ο
τόνος (σήμερα βρίσκονται στα 7,5 με 8 ευρώ τον τόνο, αλλά υπάρχει πανευρωπαϊκά
μια προσπάθεια ανόδου των τιμών, έτσι ώστε να ενισχυθούν τα «πράσινα ταμεία»
και να στηριχθούν οι ΑΠΕ). Πάντως, με βάση την τιμή των 10 ευρώ ανά τόνο, η ΔΕΗ
με το νέο καθεστώς θα πρέπει να πληρώνει επιπλέον περίπου 12 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Συνολικά, θα επιβαρυνθεί περίπου με 500 εκατ. ευρώ το χρόνο καθώς χρειάζεται
περίπου 50 εκ.
«δικαιώματα» ή αλλιώς 1,2 τόνους CΟ2 ανά Μεγαβατώρα. Στην περίπτωση,
δε, που αυξηθούν πολύ οι τιμές, όπως επιδιώκουν διεθνώς ορισμένα ενεργειακά
λόμπι (αλλά και η… Κομισιόν), τότε η συνολική επιβάρυνση θα είναι ακόμα
μεγαλύτερη.
Με βάση το
δηλωμένο κόστος παραγωγής της ΔΕΗ (72,16 ευρώ ανά Μεγαβατώρα το 2011), η νέα
επιβάρυνση κατά 12 ευρώ που θα έρθει να προστεθεί λόγω «ρύπων», θα ανεβάσει
κατά 16% το κόστος παραγωγής ενέργειας. Άρα για τον καταναλωτή, περίπου 8%.
Άνοδος
23%
Πρακτικά, για να
καλυφθεί το κόστος παραγωγής της ΔΕΗ και να ικανοποιηθούν οι όροι του
μνημονίου, θα πρέπει τα νέα τιμολόγια που θα εφαρμοστούν μέσα στο 2013 να είναι
αυξημένα κατά 23% (15 + 8). Ειδικά όμως για τους μικρούς οικιακούς καταναλωτές,
μέχρι 800 κιλοβατώρες το τετράμηνο, η αύξηση φτάνει στο 28%. Πρόκειται για μια
κατηγορία 2,2 εκατ. καταναλωτών, το τιμολόγιο της οποίας παρουσιάζει μεγάλη
απόκλιση από το πραγματικό κόστος. H απόκλιση αυτή έχει προκύψει από την
πολιτική που εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα για την προστασία των χαμηλών
καταναλώσεων, παρότι ένα μεγάλο μέρος αυτών ίσως και το μεγαλύτερο, σύμφωνα με
εκτιμήσεις της ΔEH, δεν αφορά σε χαμηλά εισοδήματα αλλά σε δεύτερες ή και
τρίτες κατοικίες.
«Η προσαρμογή των
τιμολογίων στα πραγματικά κοστολογικά δεδομένα δεν αποτελεί μόνον υποχρέωση της
χώρας, αλλά και όρο επιβίωσης για τη ΔΕΗ. Εάν δεν ληφθούν γενναίες πολιτικές
αποφάσεις, η ΔΕΗ θα “κατεβάσει ρολά” από το νέο έτος» υποστηρίζει, μιλώντας στο
energypress υψηλόβαθμο στέλεχος της επιχείρησης.
Αναζητούνται
τρόποι για μικρότερη επιβάρυνση
Μπορεί όμως το
ΥΠΕΚΑ να επιβάλει αυξήσεις επιπέδου 28% σε ένα ζωτικό αγαθό όπως το ρεύμα, τη
στιγμή που περικόπτονται μισθοί και συντάξεις, η ύφεση βαθαίνει και η ανεργία
καλπάζει; Πρόκειται για πολιτικό πρόβλημα μεγάλο και δυσεπίλυτο, το οποίο
προφανώς υπερβαίνει τις δυνατότητες του εποπτεύοντος υπουργείου και θα κληθεί
να το διαχειριστεί κεντρικά η κυβέρνηση.
Η αύξηση των
τιμολογίων πάντως θα γίνει σε δύο τουλάχιστον δόσεις. Δεν αποκλείεται να γίνει
και σε τρείς : Από 1η/1/2013
η πρώτη, από το Μάιο η
δεύτερη, και από την 1η
Ιουλίου η τρίτη,
ημερομηνία μετά την οποία τα τιμολόγια ΧΤ απελευθερώνονται πλήρως. Ταυτόχρονα η
πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ εξετάζει κάποιες εναλλακτικές λύσεις για να
περιοριστεί κατά το δυνατόν το ποσοστό επιβάρυνσης των καταναλωτών.
Τα θέματα που
εξετάζονται προκειμένου να βρεθεί μια πιο «κοινωνική» λύση είναι δύο: Πρώτον να
διαπιστωθεί αν πράγματι είναι δικαιολογημένα τόσο υψηλό το κόστος παραγωγής της
ΔΕΗ. Δεύτερον αν υπάρχει η δυνατότητα, μαζί με την αύξηση του ρεύματος να
μειωθούν οι «περιφερειακές» χρεώσεις του λογαριασμού, ώστε να είναι μικρότερη η
τελική επιβάρυνση του καταναλωτή.
Όσον αφορά τον
έλεγχο του κόστους παραγωγής της ΔΕΗ, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ)
ετοιμάζεται να προκηρύξει διεθνή
διαγωνισμό για την πρόσληψη εξειδικευμένου συμβούλου, ο οποίος θα προχωρήσει σε
κοστολογικούς ελέγχους σε κάθε σταθμό της ΔΕΗ και δραστηριότητά της, από τα
ορυχεία μέχρι τη μεταφορά και εμπορία. Αντικείμενο της μελέτης θα είναι να
συγκριθούν τα στοιχεία κόστους της ΔΕΗ με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και
τεχνολογίες, καθώς όπως είχε αποκαλύψει παλαιότερη μελέτη της Booz Allen Hamilton,
τα περιθώρια εξοικονόμησης - σε επίπεδο τόσο προσωπικού όσο κυρίως μη
λειτουργικού κόστους της ΔΕΗ - ανέρχονται σε σχεδόν 750 εκ.
ευρώ ετησίως. Εν τω μεταξύ, ωστόσο, βοηθούσης και της
μισθολογικής πολιτικής που επέβαλλε η κυβέρνηση, η ΔΕΗ έχει μειώσει θεαματικά
το λειτουργικό της κόστος. Ούτως ή άλλως, το μη μισθολογικό κόστος της
επιχείρησης που εξαρτάται από την ίδια (χωρίς δηλαδή να υπολογίζονται κόστη για
αγορά καυσίμων, ενέργειας, πληρωμής Αποδεικτικών Διαθεσιμότητας Ισχύος, cost
recovery κ.λπ.) δεν υπερβαίνει το 12% των συνολικών της εξόδων. Συνεπώς και τα
περιθώρια μείωσης είναι περιορισμένα.
Τέλη και
φόροι
Όσον αφορά τη
μείωση των «περιφερειακών» χρεώσεων, η ίδια η ΔΕΗ εκτιμά ότι υπάρχει δυνατότητα
οι αναγκαίες αυξήσεις στο ρεύμα να περιοριστούν, αλλά και το έσοδο για τη ΔEH
να μεγιστοποιηθεί, αν εφαρμοστούν μέτρα που θα διορθώνουν στρεβλώσεις της
αγοράς και θα περιορίζουν τη φορολόγηση του ηλεκτρικού ρεύματος. Στις
στρεβλώσεις ο κ. Ζερβός περιλαμβάνει κυρίως το «μηχανισμό ανάκτησης μεταβλητού
κόστους» που ισχύει για τις ιδιωτικές μονάδες φυσικού αερίου, μηχανισμός ωστόσο
που θεωρείται απαραίτητος για να συνεχίσουν να υπάρχουν οι ιδιωτικές μονάδες
και να σταθεροποιούν το σύστημα, ειδικά μετά την αύξηση της ισχύος από
Ανανεώσιμες Πηγές.
Η ηγεσία του
ΥΠΕΚΑ μελετά σοβαρά το ποιες δυνατότητες υπάρχουν για «απεμπλοκή» του
λογαριασμού της ΔΕΗ από τους υψηλούς φόρους και τις διάφορες άλλες χρεώσεις
υπέρ τρίτων. Στο πλαίσιο αυτό, «μπούσουλας» είναι οι προτάσεις που έχει κάνει η
ΡΑΕ, η οποία θεωρεί απαραίτητη, όχι μόνον για την ελάφρυνση των καταναλωτών που
έχουν υποστεί λόγω της κρίσης δραματική μείωση του εισοδήματός τους, αλλά και
για την ίδια την υγιή λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού, την απεμπλοκή του
λογαριασμού ρεύματος από την είσπραξη διαφόρων, άσχετων με την ενέργεια, φόρων
και τελών, αλλά και την μείωση της εξαντλητικής φορολόγησης της ηλεκτρικής
ενέργειας.
Παρόλα αυτά, και
παρά τις προσπάθειες της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ, η «ελάφρυνση» του
λογαριασμού από τα επιπλέον βάρη σκοντάφτει στις μεγάλες ανάγκες του υπουργείου
οικονομικών και στην αδυναμία του να εισπράξει με άλλον τρόπο τα σχετικά τέλη
και φόρους. Και όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, το «λογιστήριο» έχει
τον τελευταίο λόγο…
Αλλαγή
κλιμακίων
Πρέπει να
σημειωθεί τέλος ότι η διοίκηση της ΔEH έχει ζητήσει από τις αρμόδιες υπηρεσίες
της, ανάλυση της κατηγορίας καταναλώσεων έως 800 Κιλοβατώρες το τετράμηνο, για
να στηρίξει στο YΠEKA πρόταση κατάργησής της με παράλληλη διεύρυνση του
Kοινωνικού Oικιακού Tιμολογίου (ΚΟΤ). H πρόταση στηρίζεται στη λογική της
προστασίας αυτών που πραγματικά καταναλώνουν λίγες κιλοβατώρες λόγω
εισοδήματος, αλλά τα σημερινά κριτήρια δεν τους καλύπτουν για να μπουν στο KOT
και στο να σταματήσουν οι επιδοτήσεις σε βίλες και εξοχικά που εμφανίζουν
χαμηλή κατανάλωση λόγω περιορισμένης χρήσης. H διεύρυνση του KOT θα αποτελέσει
σίγουρα μια «θετική εξαγγελία» της κυβέρνησης μαζί με την αύξηση των τιμολογίων.
0 ΣΧΟΛΙΑ:
Δημοσίευση σχολίου