24 Φεβ 2012

Μασκαράδες…

Μασκαράς, ο (πληθυντικός μασκαράδες):  κυριολεκτικά, ο μεταμφιεσμένος για τις απόκριες.  

Αυτός που χρησιμοποιώντας μάσκα και αμφίεση αποκρύπτει ή μεταβάλλει την πραγματική του ταυτότητα για να σατιρίσει πρόσωπα και καταστάσεις, να προκαλέσει γέλιο ή απλά να συμβαδίσει με τα έθιμα των ημερών. 

Μεταφορικά, είναι ο γελίος στην εμφάνιση, αλλά κυρίως στη συμπεριφορά. Στη δεύτερη περίπτωση αποτελεί ύβρη για άνθρωπο αναξιόπιστο, απατεώνα. 


Για κάποιον που είτε με φαρισαϊκά σχήματα προσπαθεί να αποσπάσει εμμέσως τα επιδιωκόμενα και να οδηγήσει τις καταστάσεις προς όφελός του, υποβιβάζοντας τη νοημοσύνη των άλλων.

Δε ξέρω αν αυτή την εποχή δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στην κυριολεκτική ή στην μεταφορική έννοια. Γιατί από απατεώνες άλλο τίποτα στην ελληνική κοινωνία, αλλά και διαρκώς μεταμφιεσμένους σε πρόσωπα που ενδιαφέρονται και πασχίζουν για το δημόσιο συμφέρον. Τυχαία παραδείγματα μου έρχονται στο μυαλό, φαντάζομαι έχουμε τα ίδια. Δε θα ασχοληθώ άλλο μαζί τους, εδώ θα είμαστε άλλωστε να τα λέμε. Σήμερα, παρουσιάζω κάποια στοιχεία για την ελληνική εκδοχή του εθίμου των απόκρεων, με τους «γνήσιους μασκαράδες» ενός εθίμου που έχει ως σκοπό τη διασκέδαση, το γέλιο, την κοινωνική συνοχή,  που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη.
 
Οι Αποκριές είναι η περίοδος των τριών εβδομάδων πριν από την Καθαρή Δευτέρα οπότε αρχίζει και η μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής. Αποκριά (αποκρεά) σημαίνει αποχή από το κρέας. Επίσης, κατά μία εκδοχή, η λατινογενής λέξη «Καρναβάλι» αποτελείται από τις λέξεις carne = κρέας και vale = χαιρετώ.
 
Οι μελετητές συμφωνούν πως οι ρίζες των εθίμων της Αποκριάς βρίσκονται στην αρχαιότητα. Στις πομπές που γίνονταν κατά τη διάρκεια των Ελευσινίων Μυστηρίων (που μαζί με τα Διονύσια ήταν οι πρόγονοι του σημερινού καρναβαλιού), για να μεταφερθεί το Ιερό Πέπλο της Αθηνάς στον Παρθενώνα, μέσω της Ιεράς Οδού. Παρήλαυνε επίσης και μια μικρογραφία Ιερού Πλοίου (Πάραλος) πάνω σε ρόδες. Σε αρχαία αγγεία συναντάμε παράσταση του Διονύσου που κάθεται πάνω σε ένα τέτοιο πλοίο. Έτσι, κατά την άλλη εκδοχή, η λέξη Καρναβάλι προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο.

Στην Ελλάδα, κάθε τόπος έχει τα δικά του έθιμα. Από την Κάρπαθο μέχρι την Κοζάνη, από τη Νάξο μέχρι τη Ζάκυνθο, Τζαφιέδες, Κουδουνάτοι, Βλάχοι, Γέροι και Κορέλες, Μπουρανίδες, Τζαμάλες, Μπαμπούγεροι και Τζάροι, αναλαμβάνουν να μας ψυχαγωγήσουν, να μας γεμίσουν με δύναμη και χαρά, όλους μαζί, αυθόρμητα και χωρίς αντάλλαγμα.

Μπορεί το καρναβάλι και οι Απόκριες να ξεκίνησαν από πολύ παλιά, μπορεί οι γιορτές αυτές να πήραν πολλά ονόματα, αλλά ένα πράγμα παρέμεινε σταθερό. Η διάθεση του κόσμου να μασκαρευτεί, να γελάσει, να διασκεδάσει, ή απλά να γιορτάσει την αγάπη του για τη ζωή!

Χώρο λοιπόν  μόνο στους  «γνήσιους» μασκαράδες. Αλλά μόνο σε αυτούς.