16 Ιαν 2012

Έλληνες εναντίον Γερμανών - Ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ ψάχνει τη ρίζα του προβλήματος

Στις τεταμένες σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας και στη ρίζα του προβλήματος αναφέρεται άρθρο του ιστορικού Μαρκ Μαζάουερ, καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Columbia.

Ο Μαζάουερ σε αυτό άρθρο που δημοσιεύεται στο www.24h.gr, σημειώνει ότι η κρίση έχει ξυπνήσει τα φαντάσματα της Κατοχής στους Έλληνες και κάνει μια αναδρομή στο τι συνέβη τότε αλλά και αμέσως μετά την απελευθέρωση, θυμίζοντας την υπόθεση Μέρτεν, την ελληνική μετανάστευση προς την ηττημένη Γερμανία και εκφράζοντας την άποψη ότι η νέα γερμανική δεσποτεία στη χώρα ξυπνάει αντιγερμανικά συναισθήματα τα οποία υποδαυλίζουν και γερμανικά δημοσιεύματα και γελοιογραφίες.

Το άρθρο του Μαζάουερ:

«Καθώς η λιτότητα χτυπάει την Ευρωζώνη, ο γερμανικός τύπος απεικονίζει την Ελλάδα ως μία ανήθικη χώρα - ενώ οι Έλληνες είναι τρομοκρατημένοι ότι η χώρα που τους κατέλαβε τη δεκαετία του 1940, αποτελεί ξανά μία απειλή για την αυτονομία τους.

Η κρίση της Ευρωζώνης έχει ξυπνήσει τα παλιά φαντάσματα - συγκεκριμένα, το φάντασμα της γερμανικής αφεντίας στην Ευρώπη. Στην Αθήνα, τα αντιγερμανικά αισθήματα βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο, και δεν είναι μόνο οι διαδηλωτές που αναφέρονται στην εποχή της ναζιστικής κατοχής, κάνοντας συγκρίσεις με το παρόν.

Οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. στην Ελλάδα συνδέονται με την Γκεστάπο (από πολλούς Έλληνες). Οι Έλληνες υπουργοί κατηγορούνται ως συνεργάτες τους. Είναι αυτή μία προσωρινή αναλαμπή ή ένα σημάδι βαθύτερης στρέβλωσης;

Ο ναζισμός και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έσπασε τις πλούσιες ρίζες και δεσμούς του παρελθόντος, και αντικατέστησε τις ποικιλόμορφες σχέσεις του παρελθόντος με τη βία και το τραύμα της κατοχής.

Καμία κρίση στη σύντομη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας - και έχουν συμβεί αρκετές - δεν θα μπορούσε να συγκριθεί σε όρους θνησιμότητας ή, ακόμη πιο σημαντικούς, με το σοκ εκείνων των ετών (της κατοχής). Το κράτος κατέρρευσε, η λιμοκτονία θέρισε χιλιάδες, και η ακολουθούμενη κοινωνική αποδόμηση και το πολιτικό κενό άνοιξε το δρόμο στην αναδυόμενη αριστερά να αναλάβει τα ηνία της αντίστασης έναντι του κατακτητή.  

Μετά την αποχώρηση των Γερμανών και τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, η Γερμανία έγινε προορισμός των Ελλήνων που έψαχναν για δουλειά. Η Ελλάδα ήταν η δεύτερη χώρα, μετά την Ιταλία, που υπόγραψε μία συμφωνία για προϋποθέσεις εργασίας με τη Βόννη, το 1960, και περίπου 1 εκατομμύριο Έλληνες εργάτες μετανάστευσαν εκεί.

Μία συνέπεια του γερμανικού οικονομικού θαύματος ήταν ότι έκανε τον πόλεμο να ξεχαστεί, συχνά με κάποιους δίκαιους τρόπους σκοπιμότητας. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ένας περιβόητος εγκληματίας πολέμου, ο Μαξ Μέρτεν που διοικούσε τη στρατιωτική μονάδα της Θεσσαλονίκης, συλλαμβάνεται ύστερα από ένα ταξίδι του στην Ελλάδα.

Αυτό το γεγονός γρήγορα κλιμακώθηκε σε μία διπλωματική ντροπή, όχι μόνο για την κυβέρνηση Αντενάουερ, αλλά και για τον Έλληνα συντηρητικό πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Ο Καραμανλής βρισκόταν στη μέση της διαπραγμάτευσης για την πρώτη συμφωνία σύνδεσης της Ελλάδας με την κοινή αγορά. Η απελευθέρωση του Μέρτεν από την ελληνική φυλακή- που στάλθηκε πίσω στη δυτική Γερμανία - ήταν το αντίτιμο για την εξασφάλιση της στήριξης της Γερμανίας για την ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας.

Το συγκεκριμένο επεισόδιο γρήγορα ξεχάστηκε και παραμένει άγνωστο σε πολύ κόσμο σήμερα. Υπάρχουν πολλοί που είναι γνώστες αυτού του θέματος, κυρίως όσοι δίνουν, την ανεπιτυχή μέχρι στιγμής, νομική μάχη για να εξασφαλίσουν γερμανικές αποζημιώσεις για τους επιζώντες των σφαγών, που έλαβαν χώρα σε αρκετά ελληνικά χωριά κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Όταν τα αντιγερμανικά αισθήματα επανέκαμψαν στην Ελλάδα το προηγούμενο έτος, με την εφόρμηση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, υπήρξαν λίγοι που προειδοποίησαν για αυτό. Δεν πρέπει να υποστηρίζεται ότι αυτή η επανάκαμψη ήταν ιδιαιτέρως ξαφνική.

Μεγάλο μέρος του ελληνικού θυμού δραστηριοποιήθηκε ξανά, κυρίως εξαιτίας σειράς άρθρων γερμανικών εφημερίδων, καθώς και καρτούν, που απεικόνιζαν τους Έλληνες ως ανήθικους και σύστηναν στην Ελλάδα να πουλήσει τα νησιά της και τα έργα τέχνης, ώστε να συγκεντρώσει χρήματα.  

Οι ανθρωπολόγοι θα υποστήριζαν ότι η Ελλάδα έχει μία κουλτούρα, που οικοδομήθηκε πάνω στην αξία του φιλότιμου (περηφάνιας) και στην αίσθηση της τιμής. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν απλώς το γεγονός ότι η εθνική τιμή είχε ατιμαστεί.

Ήταν επιπλέον, όπως συμβαίνει με τα αντιμαχόμενα ζευγάρια, το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί για τα χρήματα γίνονται η αφορμή και για άλλα προβλήματα και θέματα».