Της Karen Weise
Ενώ το θέμα της δημόσιας εγγραφής του Facebook φαίνεται να
μονοπωλεί τις συζητήσεις πολλών επενδυτών τις τελευταίες ημέρες, η ίδια η
εταιρεία τηρεί σιγή ιχθύος. Αυτό συμβαίνει επειδή βρίσκεται στη λεγόμενη
σιωπηλή περίοδο, η οποία επιβάλλεται από τον ομοσπονδιακό κανονισμό. Ο
κανονισμός αυτός, που χρονολογείται από το 1933, έχει ως σκοπό να προλαμβάνει
την παραπλάνηση της αγοράς και τις πωλήσεις τίτλων που δεν αξίζουν όσο
ισχυρίζονται οι πωλητές τους.
Αυτό είναι ένα μέρος μόνο της πολύπλοκης
διαδικασίας που θα οδηγήσει το κοινωνικό δίκτυο από την αρχική κατάθεση της
αίτησής του για IPO την 1η Φεβρουαρίου στη διαπραγμάτευση των μετοχών του στο
χρηματιστήριο μετά από μερικούς μήνες.
Από τη δεκαετία του 1930, οι αγορές έχουν εξελιχθεί αρκετά,
αλλά ο πειρασμός για τις εταιρείες να φουσκώνουν το φτέρωμά τους για τα μάτια
των επενδυτών εξακολουθεί να είναι μεγάλος. «Είμαστε σε διαρκή επαγρύπνιση»
δήλωσε η Shelley Parratt, αναπληρώτρια διευθύντρια στη SEC (Επιτροπή
Κεφαλαιαγοράς), σε μία συνέντευξη τον Ιανουάριο. Η Parratt συνδιευθύνει το
τμήμα Division of Corporation Finance της SEC, το οποίο είναι υπεύθυνο για την
τήρηση του κανόνα της σιωπηλής περιόδου.
Οι κανόνες για το τι επιτρέπεται ή δεν
επιτρέπεται να λένε οι εταιρείες έγιναν πιο ελαστικοί το 2005, όταν η Επιτροπή
Κεφαλαιαγοράς προχώρησε σε βελτιώσεις της διαδικασίας δημόσιας εγγραφής για
πρώτη φορά μετά από 70 και πλέον χρόνια.
Πριν τις αλλαγές αυτές, οι εταιρείες
αισθάνονταν φιμωμένες για οτιδήποτε αφορούσε την δημόσια επικοινωνία τους,
εβρισκόμενες πολλές φορές στη θέση να διακόπτουν τις διαφημιστικές τους
καμπάνιες. «Υπήρξε ένας σεβαστός αριθμός καταγγελιών που έλεγε ότι η διαδικασία
της δημόσιας εγγραφής θα έπρεπε να αφορά την αποτροπή οποιασδήποτε απόπειρας
χειραγώγησης της αγοράς και όχι την αναχαίτιση του επιχειρηματικού σχεδίου μιας
επιχείρησης ήττημένης ήδη πριν από την κούρσα» λέει ο EricTalley, καθηγητής
νομικής στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια.
Το 2005, με τη νέα, πιο ανοικτή καθοδήγηση της SEC οι
εταιρείες εξακολουθούσαν να μην μπορούν να «παραφουσκώσουν» τις μετοχές τους,
αλλά μπορούσαν να συνεχίζουν κανονικά την επικοικωνία τους με τους πελάτες,
τους μετόχους και τους προμηθευτές τους. Η λύση σε αυτό είναι ότι ο τρόπος
επικοινωνίας μίας εταιρείας δεν μπορεί να αλλάξει σε κάτι νέο ή να διαφοροποιηθεί
από αυτό που γινόταν έως τότε, η εταιρεία δεν μπορεί να κάνει δηλώσεις για το
μέλλον και δεν μπορεί να αναφέρεται συγκεκριμένα στη επικείμενη δημόγια
εγγραφή.
Εάν μια επιχείρηση αρχίσει να μιλά όταν δεν πρέπει, σημαίνει
ότι το «όπλο κλώτσησε», όπως ονομάζεται στην ιδιόλεκτο του συγκεκριμένου
κλάδου. Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι δαπανηρές εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
μπορεί να καθυστερήσει την έγκριση της δημόσιας εγγραφής και οι μέτοχοι μπορούν
να μηνύσουν ενδεχομένως την εταιρεία για σχόλια που έχουν γίνει δημόσια και
περιέχουν ουσιώδεις ανακρίβειες, λέει ο OnnigDombalagian, καθηγητής νομικής στο
Πανεπιστήμιο Tulane.
Μετά την παραχώρηση συνέντευξης από τους ιδρυτές της
Google στο Playboy ενόσω εξεταζοταν η αίτηση της εταιρείας γιας εισαγωγή στο
χρηματιστήριο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανάγκασε την εταιρεία να συμπεριλάβει
τη συνέντευξη ως τεκμήριο στην τελική υποβολή της.
Εφόσον οι μεταρρυθμισεις του 2005 είναι αρκετά πρόσφατες και
πολλές δημόσιες εγγραφές έχουν πραγματοποιηθεί από τότε χωρίς ευτράπελα για το
μεγαλύτερο διάστημα, οι δικηγόροι εξακολουθούν να είναι αρκετά συντηρητικοί σε
ό,τι αφορά την ερμηνεία των πιο χαλαρών κανόνων, λέει ο Talley. Συμβουλεύουν
τους πελάτες τους παραμένουν ιδιαίτερα ήσυχοι, κάτι που μπορεί να είναι πάρα
πολύ δύσκολο για τις εταιρείες τεχνολογίας, για τις οποίες «η έντονη δημόσια
προβολή είναι μέρος της κουλτούρας τους, και η επίδειξη μέρος του
επιχειρηματικού σχεδίου, σχολιάζει ο Talley.
Παλαιότερα, κατά τη διάρκεια των εκθέσεων όπου οι εταιρείες
προσπαθούσαν να προσελκύσουν επενδυτές, μοίραζαν ένα ενημερωτικό φυλλάδιο,
γνωστό ως "κόκκινη ρέγγα”, κάνοντας αναφορά στο κόκκινο εισαγωγικό κείμενο
που προειδοποιούσε τους δυνητικούς επενδυτές ότι οι συγκεκριμένες μετοχές δεν
ήταν ακόμα προς πώληση. «Η μεταρρύθμιση ανέτρεψε εντελώς τα εργαλεία που
μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν», λέει ο Dombalagian.
Οι εταιρείες μπορούν να
χρησιμοποιήσουν άλλα διαφημιστικά έντυπα, αρκεί να μην έρχονται σε αντίφαση με
ό,τι περιέχεται στις επίσημες αιτήσεις της SEC και κάνουν αναφορά στην κόκκινη
ρέγγα, η οποία απαριθμεί όλους τους παράγοντες κινδύνου και άλλες προφυλάξεις
που σχετίζονται με την προσφορά, λέει. «Όταν μιλάτε για την προσφορά ή όταν μοιράζετε
επιπλέον υλικό, το να έχεις από δίπλα το ενημερωτικό φυλλάδιο λειτουργεί κατά
κάποιο τρόπο σαν το κρύο νερό πάνω στις πωλήσεις».
Η Weise είναι δημοσιογράφος του Bloomberg Businessweek.
0 ΣΧΟΛΙΑ:
Δημοσίευση σχολίου